5
Ο αλήτης είναι μοναχικό ον. Ζει κοντά στην ελευθερία, γεμάτος
με όλα κι άδειος απ' όλα. Η ελευθερία της σκέψης του και της
θέλησής του εκφράζεται πρώτα απ' όλα από την ειλικρίνεια του
και συνοδεύεται από το βάρος της ευθύνης των επιλογών του.
Στο πρόσωπό του ταυτίζονται αυτό που είναι, αυτό που φαίνεται,
αυτό που λέει κι αυτό που πράττει . Κάποιες στιγμές νιώθει
παρείσακτος, ξένος και άχρηστος. Δύσκολα συμβαδίζει με
ηθικούς και κοινωνικούς κώδικες, με τα καθώς πρέπει και με τις
ιδεολογίες που συναντά στο δρόμο του. Αυτό τον κάνει να
νιώθει άλλοτε οδοιπόρος των άστρων κι άλλοτε εξόριστος των
κάστρων. Ανάμεσα στα θέλω και στα μπορώ, βρίσκει τη χρυσή
τομή του ευ ζείν και του ευ πράττειν επιλέγοντας εκείνο που
κρίνει καλύτερο, μέσα από όλες τις πιθανές επιλογές που έχει σε
κάθε δεδομένη στιγμή. Αρκεί η ελευθερία να μην γίνεται αδικία κι
η διαφορά είναι ότι τα όρια της ελευθερίας κάποιου τελειώνουν
εκεί που αρχίζουν τα όρια της ελευθερίας του άλλου.
Ο αλήτης στην ζωή προϋποθέτει το να είναι και αλήτης του
πνεύματος, δηλαδή να μην βολεύεται σε κάποια ιδεολογική
ασφάλεια και να μην δέχεται οριστικό και αμετάκλητο
θεό. Ξεκινά το ταξίδι του όμως με ένα δεδομένο: ότι υπάρχει
αλήθεια και την αναζητά διαρκώς.
Η μνήμη μας προειδοποιεί ότι αν περάσω από εκεί θα μου συμβεί
αυτό ή θα φτάσω εκεί όταν θα κάνουμε την απόσβεση, θα
συλλογιστούμε: Τι έκανα; Τι δεν έκανα; Τι θα μπορούσα να
κάνω; Πού πήγα; Πού δεν πήγα; Που αλλού θα μπορούσα να
πάω; Και θα γυρίσουμε πίσω στο δρόμο να πάρουμε αυτό που
έχουμε ξεχάσει, αυτό που δεν έχουμε ζήσει.
Ο δρόμος δεν έχει μονάχα ιδέες, νοοτόπια, εννοιολογικούς
προσδιορισμούς, περιπέτειες, όμορφες ιδέες και
ποιητικές εκφράσεις. Ο δρόμος έχει και ψοφίμια που τα
σκουλήκια τρώνε τις λιωμένες σάρκες τους, και σκουπίδια, και
βιαστές, και μπάτσους, και εγκληματίες, και γυφτάκια που
πουλάνε χαρτομάντιλα στα φανάρια. Εμείς όμως αποστρέφουμε
το βλέμμα μας από όλα αυτά.
Ω! Είναι τόσο σκληρός ο δρόμος , αλλά ταυτόχρονα και τόσο
ελκυστικός! Στην βαθύτερη ουσία του όμως, είναι τραγικός και
μάταιος, γιατί εκείνο που μένει τελικά είναι η νοσταλγία και το
πρήξιμο στα πόδια από την οδοιπορία.
Οιδίποδας θα πει αυτός που του έχουν πρηστεί τα πόδια απ' το
περπάτημα. Έκανε τόσα βήματα, πέρασε τόσα πολλά,
κουράστηκε απ' τον δρόμο, έγινε ο ίδιος ο δρόμος κι όλα αυτά
προκειμένου να βρει μια κολώνα στον Κολωνό να αυτοτυφλωθεί
και να πεθάνει.
Σκέφτομαι συχνά, για το ποιος είναι ο δρόμος μου; Εγώ είμαι ο
δρόμος μου. Περιμένω να περπατήσεις πάνω μου, να με
εξερευνήσεις, να γράψεις συνθήματα στους τοίχους μου.
Θα’ θελα ν' αναστήσω τον δρόμο μέσα στον κάθε άνθρωπο, να τον
κάνω δηλαδή να ξεστρατίσει και να βαδίσει το δικό του δρόμο.
Δύσκολο πράγμα βέβαια, μπορεί και εγωιστικό. Είναι όμορφος ο
δρόμος μέσα από τα μάτια μου, μακρινός, γεμάτος εικόνες.
Αντιλαμβάνομαι τα μάτια μου σαν φωτογραφικούς φακούς και
την μνήμη μου σαν φωτογραφικά καρέ. Αλίμονο στο βίο που
έγινε ύπαρξη στη θεωρία που δεν έγινε πράξη.